Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011

Ναυάγιο.....

Μυστικοπάθεια πρώτου βαθμού, άσπρο και μαύρο, αναδεικνύει μελαγχολικά το τοπίο. Βρισκόμουν ένα ωραίο χειμωνιάτικο πρωινό, σε αυτό το νοητό λήθαργο, ξυπνάσε. Περπατούσα μελαγχολικά σκυφτή….. με ακολουθούσαν, ιστορίες για ερωτευμένους…….. Κρυφό χαμόγελο πίσω από μαντήλι φορετό, δημιουργίες αλλονών….. ομίχλη δυνατή,  τόσο πυκνή που θαρρείς πως τα καράβια που πριν λίγο σε χαιρετούσαν θα χανόντουσαν ξαφνικά από τον ορίζοντα και έπειτα…. Έπειτα….. συντρίμια στο βυθό… και πνεύματα ερώτων που θα ‘ρχόντουσαν να σε βρουν…. Αυτές οι ιστορίες για ερωτευμένους….. τα βράχια πόσες φορές έχουν ακούσει πόσες φορές έχουν αγκαλιάσει…. πόσες ουλές στα πέτρινα σώματα είναι χαραγμένες…..

-        Ένας δυνατός αέρας σου παίρνει το πολυφορεμένο για καιρό μαντήλι κυρά….. κοιτάς με αυτό το βλέμμα… χάνεσαι όπως χάνονται και οι σκέψεις σου στον κρύο αιθέρα…. Οι καρβουνιασμένες από την ιστορία του ’30 στιγμές….. Σκληρό.. σκληρές στιγμές αποτυπώνονται στο νου μου, όπως τότε. Ναι, πες πως συμφωνείς μετά από καιρό μαζί μου, πες πως εκείνη η ιστορία δεν εχάθει… πως με ακολουθούσες σε κάθε βηματισμό μου, έρωτα. Πες πως δεν επνίγηκες και εσύ όπως τα άλλα όνειρα, των κυράδων που λησμονούσαν αγαπημένους, πες μου πως δεν εχάθεις περιμένοντάς με. Πες  πως δεν θα περιμένω την επόμενη ζωή για να σε συναντήσω πάλι. Πες το!
-        Πιάνω την γόπα σου από το μισοτελειωμένο δίφιλτρο τσιγάρο…. Ακούω την πνοή σου, την νιώθω τόσο κοντά…. Μα που είσαι;……. Ο ουρανός σκοτεινιάζει μα ακόμα σε νιώθω κοντά μου. Μην φοβάσαι εδώ θα είμαι μέχρι να βρέξει…. Μέχρι να σε δω να ξεπροβαίνεις από την φουρτουνιασμένη θάλασσα. Σε αυτά τα βράχια, δίπλα στο σταυρό, για άλλη μια φορά τελευταία…. Θα περιμένω να εμφανιστείς…… . Μάταια.

Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

Εξωτερικά ξεσπάσματα....

Ήμισυ διαφορικής αντιστάσεως και πρωινή έμπνευση, λόγος σαν κατάλογος και χρόνος βιαστικός. Είπα να ανοίξω τα κιτάπια και να ολιγομαχήσω κάπως με την σκέψη μου. Η βροχή που δεν πέφτει σαδομαζωχιστικά και ο αέρας που σε χτυπά ανελέητα από παντού συνθέτουν αυτό το ειρωνικά όμορφο τοπίο. Ξεκινώ την ανάγνωση του δήθεν Διεθνούς εμπορίου, περιπλανιέμαι λίγο στον κόσμο αυτό και με γυρνούν ξαφνικά στην πραγματικότητα για να καλύψω μια άλλη βασική ανάγκη. Κοιτώ κάτω δεξιά οι λέξεις φτάνουν μέχρι το 13.309, σάμπως λίγες να μου φαίνονται, αλλά δεν με νοιάζει, αποβάλλω το άγχος και εκδίδομαι στην φανταστική αυτή γραφή που περιβάλλεται από τον μπλε φόντο, και ντριιιιιιιιιν!!!! Πάλι αυτό το μέσο που συνεχώς με διακόπτει όταν είμαι στην λίμπιντο γραφής. Allo???  Όπως και να έχει συνεχίζω για λίγο την αφέλεια των σκέψεων….. Είναι που λες καλό μου που βρίσκομαι σε έξαρση παρανοϊκής ενέργειας με μια διαρκή ενόχληση από εξωτερικούς ήχους. Αυτοσυγκέντρωση… αααμμμμμμμμμμ. Μπα! Τα αποτελέσματα μηδενικά, μάλλον γιατί βιάζομαι να καλύψω μες στον χρόνο αυτή την ανάγκη…… την βιολογική ντε!......

Le temps qui reste..... laisser le temps au temps.....

Combien de temps…

Combien de temps encore
Des années, des jours, des heures combien?
Quand j’y pense mon coeur bat si fort…
Mon pays c’est la vie.
Combien de temps…
Combien ?
Je l’aime tant, le temps qui reste…

Je veux rire, courir, parler, pleurer,
Et voir, et croire
Et boire, danser,
Crier, manger, nager, bondir, désobéir
J’ai pas fini, j’ai pas fini
Voler, chanter, partir, repartir
Souffrir, aimer
Je l’aime tant le temps qui reste

Je ne sais plus où je suis né, ni quand
Je sais (juste) qu’il n’y a pas longtemps…
Et que mon pays c’est la vie
Je sais aussi que mon père disait:
Le temps c’est comme ton pain…
Gardes en pour demain…

J’ai encore du pain,
J’ai encore du temps, mais combien?
Je veux jouer encore…
Je veux rire des montagnes de rires,
Je veux pleurer des torrents de larmes,
Je veux boire des bateaux entiers de vin
De Bordeaux et d’Italie
Et danser, crier, voler, nager dans tous les océans
J’ai pas fini, j’ai pas fini
Je veux chanter
Je veux parler jusqu’à la fin de ma voix…
Je l’aime tant le temps qui reste…
Combien de temps…

Combien de temps encore?
Des années, des jours, des heures, combien?
Je veux des histoires, des voyages…
J’ai tant de gens à voir, tant d’images…
Des enfants, des femmes, des grands hommes,
Des petits hommes, des marrants, des tristes,
Des très intelligents et des cons,
C’est drôle, les cons, ça repose,
C’est comme le feuillage au milieu des roses…
Combien de temps…

Combien de temps encore?
Des années, des jours, des heures, combien?
Je m’en fous mon amour…
Quand l’orchestre s’arrêtera, je danserai encore…
Quand les avions ne voleront plus, je volerai tout seul…
Quand le temps s’arrêtera.
Je t’aimerai encore
Je ne sais pas où, je ne sais pas comment…
Mais je t’aimerai encore…
D’accord?